Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἀμφί τι ἔχειν

См. также в других словарях:

  • Amphitríte — AMPHITRÍTE, es, Gr. Ἀμφιτρίτη, ης, (⇒ Tab. III. & ⇒ XI.) 1 §. Namen. Diese Meergöttinn hat, nach einigen, den Namen von ἀμφὶ, um, und τρίβειν, reiben, weil sie mit ihren Fluthen das Land umher reibt; Voss. Theol. Gent. lib. II. c. 78. nach andern …   Gründliches mythologisches Lexikon

  • έχω — (I) (ΑΜ ἔχω) 1. κρατώ κάτι στα χέρια μου, είμαι ο κάτοχος (κύριος, ιδιοκτήτης) ενός πράγματος («έχει σπίτια και κτήματα») 2. (για προσωπική κράτηση) κρατώ, φυλάω («τόν έχουν μέσα» ή «τόν έχουν στη φυλακή») 3. (για δήλωση συγγενικού δεσμού ή άλλης …   Dictionary of Greek

  • λύκος — I (Βοτ.). Κοινή ονομασία του φυτικού γένους Orobanche της οικογένειας των οροβαγχιδών. Τα φυτά αυτά, που είναι γνωστά και με την κοινή ονομασία λυκόχορτα, είναι δικοτυλήδονα φυτά που αναπτύσσονται ως παράσιτα. Έχουν παχύ, σαρκώδη βλαστό, χωρίς… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»